Tην μετατροπή επιστρεπτέας προκαταβολής σε επιδότηση ώστε να μη χρειαστεί να την επιστρέψουν οι επιχειρήσεις επιτρέπει το τροποποιημένο πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις ενώ παράλληλα αυξάνονται τα ποσά που μπορεί να πάρει κάθε επιχείρηση από επιστρεπτέα προκαταβολή ή από το νέο πρόγραμμα που θα ανακοινωθεί σύντομα για την επιδότηση παγίων δαπανών.
Στο πλαίσιο αυτής της ενωσιακής διεργασίας, ολοκληρώθηκε η σχετική διαβούλευση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε την 5η τροποποίηση του Προσωρινού Πλαισίου. Η τροποποίηση αυτή, λαμβάνει υπόψη της τη συνέχιση της πανδημίας και των μέτρων περιορισμού για την προστασία της δημόσιας υγείας, τις δύσκολες συνθήκες που δημιουργούνται για την οικονομία, καθώς και την ανάγκη στήριξης των επιχειρήσεων και της οικονομικής δραστηριότητας.
Οι αλλαγές που εν τέλει υιοθετήθηκαν ανταποκρίνονται -και σε αυτή τη φάση της τροποποίησης- στις θέσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης κατά τις σχετικές διαβουλεύσεις, καθώς ενισχύουν την ευελιξία που παρέχει το Προσωρινό Πλαίσιο, αυξάνουν τα όρια κρατικής ενίσχυσης και επεκτείνουν τους χρονικούς ορίζοντες των εν λόγω ενισχύσεων. Ειδικότερα, οι βασικότερες από τις αλλαγές που εισάγονται, μεταξύ άλλων, είναι:
- Η παράταση της εφαρμογής του Προσωρινού Πλαισίου ως το τέλος του 2021, από τον Ιούνιο του 2021 που είχε καθοριστεί με πρόσφατη τροποποίηση.
- Η πρόβλεψη της δυνατότητας μετατροπής των επιστρεπτέων μέτρων (Επιστρεπτέα Προκαταβολή, εγγυήσεις, δάνεια) σε άλλες μορφές ενίσχυσης υπό προϋποθέσεις, όπως επιχορηγήσεις.
- Ο διπλασιασμός των ορίων ενισχύσεων του σημείου 3.1, στη βάση του οποίου χορηγείται και η Επιστρεπτέα Προκαταβολή, καθώς αυξάνονται από 800.000 ευρώ ανά επιχείρηση σε 1.600.000 ευρώ, από 100.000 ευρώ ανά επιχείρηση που δραστηριοποιείται στην πρωτογενή παραγωγή γεωργικών προϊόντων σε 225.000 ευρώ και από 120.000 ευρώ ανά επιχείρηση που δραστηριοποιείται στον τομέα της αλιείας και της υδατοκαλλιέργειας σε 270.000 ευρώ. Εάν σε αυτό προστεθεί και η ευχέρεια για αξιοποίηση του ορίου των 200.000 ευρώ μέσω του de minimis, τότε το μέγιστο συνολικό ποσό ανά επιχείρηση δύναται να διαμορφωθεί στα 2.000.000 ευρώ.
- Η αύξηση του ορίου των ενισχύσεων του σημείου 3.12, στη βάση του οποίου προβλέπεται ότι το κράτος μπορεί να συνεισφέρει στην κάλυψη μέρους των πάγιων δαπανών των επιχειρήσεων που δεν καλύπτονται από τα έσοδά τους, από τα 3.000.000 ευρώ που είχε καθοριστεί με πρόσφατη τροποποίηση στα 10.000.000 ευρώ.
Όσον αφορά, ειδικότερα, το τελευταίο σημείο πρέπει να αναφερθεί ότι το Υπουργείο Οικονομικών δρομολογεί την αξιοποίηση της σχετικής πρόβλεψης για τη δυνατότητα συνεισφοράς των κρατών στις μη καλυπτόμενες πάγιες δαπάνες επιχειρήσεων των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα ανεστάλη ή μειώθηκε ως αποτέλεσμα της πανδημίας. Για το σκοπό αυτό έχει ήδη κατατεθεί σχετική διάταξη για την ενεργοποίηση του νέου καθεστώτος και έχει προχωρήσει η διαδικασία προ-κοινοποίησης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με τις σχετικές τεχνικές συζητήσεις να προχωρούν για την οριστικοποίηση των παραμέτρων του νέου καθεστώτος ενίσχυσης, ώστε να εκδοθούν και οι σχετικές κανονιστικές πράξεις.
Στο νέο αυτό καθεστώς επιδότησης παγίων δαπανών, οι δικαιούχοι της ενίσχυσης θα είναι, κυρίως, επιχειρήσεις που ανήκουν στους άμεσα πληττόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας -όπως αυτοί θα προσδιοριστούν από το Υπουργείο Οικονομικών, παρουσιάζουν μείωση τζίρου κατά τουλάχιστον 30% το 2020 σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, καταγράφουν σημαντική ζημιά κατά το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Προσωρινό Πλαίσιο, λαμβάνοντας υπόψη και τη στήριξη που έχουν λάβει μέχρι τώρα, και απασχολούν εργαζόμενους.
Το μέτρο αυτό, το όριο του οποίου πλέον αυξάνεται με την τελευταία τροποποίηση του Προσωρινού Πλαισίου, είναι ακόμα ένα μέσο που προωθεί το Υπουργείο Οικονομικών για να επεκτείνει περαιτέρω το «δίχτυ» ασφαλείας που έχει ήδη στηθεί με τα μέχρι σήμερα μέτρα, για τη στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας των κλάδων που έχουν πληγεί σημαντικά από τις επιπτώσεις του κορονοϊού.
Προς αυτή την κατεύθυνση, η Ελληνική Κυβέρνηση, με μεθοδικότητα και τεκμηρίωση, εντός πάντα του ενωσιακού πλαισίου και των σχετικών διεργασιών, διεκδικεί και αξιοποιεί τις προβλέψεις του Προσωρινού Πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τις ανάγκες, τις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς της ελληνικής οικονομίας, ώστε να στηριχθούν τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και οι εργαζόμενοι σε αυτή την ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία.
Ανοίγει η πλατφόρμα του 5ου κύκλου της Επιστρεπτέας Προκαταβολής από την Τρίτη 2 Φεβρουαρίου
Την Τρίτη 2 Φεβρουαρίου αναμένεται να ανοίξει η ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), προκειμένου να υποβάλουν αιτήσεις οι επιχειρήσεις που δεν κατέθεσαν τα σχετικά για την εκδήλωση ενδιαφέροντος στο πλαίσιο της «επιστρεπτέας προκαταβολής 5». Δίδεται, δηλαδή, η ευκαιρία να υποβάλουν κατ’ εξαίρεση αίτηση ένταξης όσες επιχειρήσεις δήλωσαν τα στοιχεία εσόδων τους, αλλά δεν υπέβαλαν αίτηση εκδήλωσης ενδιαφέροντος.
Ο υπουργός ανέφερε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δίνει «πράσινο φως» στη διαδικασία μετατροπής των χορηγήσεων κρατικών δανείων σε επιδοτήσεις. Το μέτρο αυτό, είπε, ανοίγει τον δρόμο για μετατροπή της «επιστρεπτέας προκαταβολής» σε «μη επιστρεπτέα προκαταβολή». Παράλληλα, η Κομισιόν εγκρίνει την αύξηση στο όριο των κρατικών ενισχύσεων.
Δήλωσε, εξάλλου, ότι τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας είναι άνω των 34 δισ. ευρώ, αλλά κάθε μήνα η πολιτεία τρέχει με λιγότερα έσοδα, λόγω των μέτρων στήριξης και των μειωμένων εσόδων στον προϋπολογισμό. «Κάθε μήνα (τα ταμειακά διαθέσιμα) αυξάνουν και μειώνονται, καθώς πολλοί κλάδοι ανοίγουν και κλείνουν. ‘Αρα κάθε μήνα έχουμε πρωτογενές έλλειμμα. Το ταμείο της χώρας έχει καλύψει με βέλτιστο τρόπο τα ελλείμματα αυτά και χωρίς να ξέρουμε πότε θα λήξει η κρίση. Δε θα επιστρέψουμε σε μνημονιακές πολιτικές γιατί κάνουμε νοικοκυρεμένη χρήση του ταμείου», είπε χαρακτηριστικά.
Τέλος, σχετικά με τον προϋπολογισμό, ο υπουργός ανέφερε πως «οι εκτιμήσεις που κάνουμε σήμερα δε διαφοροποιούν αυτό που έχουμε προβλέψει. Το 2021 θα είναι καλύτερη χρονιά, αλλά δεν θα καλυφθούν οι απώλειες του 2020. Θα είναι σταδιακή η επιστροφή της οικονομίας και θα πάρει μεγάλο κομμάτι του 2022. Η ΕΚΤ εκτιμά ότι θα γίνει το τέλος του 2022. Εμείς εκτιμούμε ότι θα γίνει νωρίτερα».