Της Νένας Μαλλιάρα*
Θετικό αντίκτυπο στις τράπεζες και ισχυρές ασφαλιστικές δικλίδες προκειμένου να μην επαναληφθούν φαινόμενα στρατηγικής αθέτησης πληρωμών, θα έχει ο νέος Κώδικας για τη ρύθμιση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας.
Παράλληλα, η δυνατότητα της πτώχευσης του οφειλέτη και μάλιστα με διαδικασίες – εξπρές, θα απαλλάξει τους τραπεζικούς ισολογισμούς από επιχειρήσεις “ζόμπι”, για τις οποίες κανείς δεν έπαιρνε την απόφαση των τίτλων τέλους.
Ο νέος νόμος δεν θα δίνει, επίσης, απαλλαγή από τα χρέη σε στρατηγικούς κακοπληρωτές, καθώς θα διενεργούνται ειδικοί έλεγχοι και διασταυρώσεις (π.χ. για μεταφορά περιουσίας), στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με σκοπό την εύρεση περιουσίας του οφειλέτη, ικανής για να αποπληρώσει την οφειλή.
Αναβαθμίζεται η αξία των ενεχύρων
Έχοντας στη διάθεσή τους ένα πλαίσιο ενιαίο, συνεκτικό και αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση της αφερεγγυότητας, το οποίο θα λύνει επίσης το ζήτημα της αδυναμίας συντονισμού των πιστωτών, οι τράπεζες θα μπορέσουν να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους από τα “κακά” δάνεια και να χρηματοδοτήσουν απρόσκοπτα με νέα ρευστότητα επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Αυτό θα μπορούν να το πράξουν διότι πλέον θα έχουν αποκτήσει πραγματική αξία τα ενέχυρα των δανείων.
Η αξία ενός ενεχύρου δεν είναι αυτή που γράφεται στα βιβλία των τραπεζών, αλλά αυτή που μπορεί να εισπράξει η τράπεζα σε εύλογο χρόνο, εξασκώντας τα έννομα δικαιώματα αναγκαστικής εκτέλεσης. Με το καθεστώς που ίσχυε μέχρι τώρα και εμπόδιζε ή χρόνιζε επί μακρόν κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, η πραγματική αξία των ενεχύρων είχε απαξιωθεί. Σημειώνεται ότι η αξία των ενεχύρων είναι ακόμη πιο σημαντική στη φάση που οι ελληνικές τράπεζες προσπαθούν να μειώσουν συλλογικά και δραστικά τα κόκκινα δάνειά τους, απευθυνόμενες σε επενδυτές για την αγορά τους.
Ευνόητο είναι ότι η εμπιστοσύνη των ίδιων των τραπεζών στην αξία των ενεχύρων, θα τις κάνει να χορηγούν νέα δάνεια ζητώντας χαμηλότερες εξασφαλίσεις, αφού δεν θα αμφισβητούν ενστικτωδώς την αξία που θα προβάλλει ο αιτούμενος δανειολήπτης.
Μπορεί ο νέος νόμος να ενθαρρύνει τις πτωχεύσεις, κάτι που πιθανόν να φοβούνται οι τράπεζες; Η έννοια της πτώχευσης και παροχής δεύτερης ευκαιρίας στον οφειλέτη, πέραν του ότι αποτελεί αποδεδειγμένα (βλ. ΗΠΑ) βέλτιστη πρακτική για την οικονομική ανάκαμψη, θα γίνεται μόνο εφόσον ο οφειλέτης έχει ρευστοποιήσει όλη την περιουσία του για την αποπληρωμή του χρέους.
Περαιτέρω, η επιδότηση του Δημοσίου τόσο στο προληπτικό στάδιο αναδιάρθρωσης του χρέους, όσο και μετά την πτώχευση, θα δίνεται μόνο στους ευάλωτους οφειλέτες. Τα κριτήρια επιλεξιμότητας αυτών είναι αυστηρά (κριτήρια επιδότησης ενοικίου που υφίστανται ήδη), ενώ είναι προαπαιτούμενο η άρση του φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου (συνεπώς φοροδιαφεύγοντες και στρατηγικοί κακοπληρωτές δεν θα έχουν λόγο να υποβάλουν καν αίτηση υπαγωγής στον Κώδικα ρύθμισης οφειλών). Επιπλέον, η κρατική επιδότηση θα λειτουργεί μόνο εφόσον ο οφειλέτης εξυπηρετεί ομαλά όλα τα δάνεια προς όλους πιστωτές του.
Η προστασία του δικαιώματος στέγασης που θα προσφέρεται στους πτωχευμένους οφειλέτες μέσω της απόκτησης της πρώτης κατοικίας τους από ειδικό φορέα που θα συσταθεί, λειτουργεί επίσης θετικά και για τις τράπεζες. Αυτές δεν θα υποχρεώνονται σε αγορές ακινήτων από πλειστηριασμούς, “στοιβάζοντας”, έτσι, ακίνητα στους ισολογισμούς τους και επιβαρυνόμενες με κόστη συντήρησης και διαχείρισης ή με τον “βραχνά” της μεταπώλησης.
Συνολικά, ο νέος Κώδικας Ρύθμισης Οφειλών και Παροχής Δεύτερης Ευκαιρίας θα λειτουργήσει θετικά για την υγεία των τραπεζικών ισολογισμών, απομακρύνοντας τον κίνδυνο αναγκαστικών ανακεφαλαιοποιήσεων, με κόστος, αυτή τη φορά, για τους μετόχους, τους ομολογιούχους και τους καταθέτες των τραπεζών.