Ο ΚΝ 4152/2013 εξακολουθεί να παραμένει το πληρέστερο εργαλείο διαχείρισης οφειλών έναντι του Ελληνικού Δημοσίου. Γνωστή πλέον στους κύκλους λογιστών και επιχειρήσεων ως “Πάγια Ρύθμιση”, βοήθησε, στο μέτρο του δυνατού, εταιρείες και ιδιώτες, τόσο στα χρόνια της Κρίσης Χρέους όσο και στην τρέχουσα συγκυρία της πανδημίας, να ανταπεξέλθουν στις μεγάλες δυσκολίες που εμφανίστηκαν. Ακολουθεί μια μικρή, αλλά πρακτική ανάλυση – βοήθημα, για όσους επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τις πρόνοιες της διαδικασίας αυτής, καθώς, τελειώνοντας το υγειονομικό σκέλος της αναστάτωσης που προκάλεσε ο Covid-19, αναμένεται να ενταθούν οι οικονομικές της επιπτώσεις.
- Σε έως 48 δόσεις, εντάσσονται οφειλές, ρυθμίζονται οφειλές που βεβαιώνονται από φόρο κληρονομιών, από φορολογικό έλεγχο, καθώς και για μη φορολογικές οφειλές.
- Όλες οι υπόλοιπες οφειλές (πχ ΦΠΑ, Εν.Φ.Ι.Α., παρακρατούμενοι φόροι, πρόστιμα & προσαυξήσεις κλπ)
2.Προϋποθέσεις ένταξης Ισχύουν οι εξής προδιαγραφές, τις οποίες οφείλουν να τηρούν οι αιτούντες :
- Οι οφειλέτες πρέπει να έχουν υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και τις δηλώσεις του φόρου προστιθέμενης αξίας της τελευταίας πενταετίας έως την ημερομηνία της αίτησης (εμπρόθεσμα ή εκπρόθεσμα).
- Οι υπόλοιπες ληξιπρόθεσμες οφειλές του αιτούντος οι οποίες δεν υπάγονται στη ρύθμιση της παρούσας πρέπει να έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο (με άλλη ρύθμιση ή αναστολή πληρωμής).
- Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ πρέπει να προσκομίζονται στοιχεία από τα οποία προκύπτει η πρόσκαιρη οικονομική αδυναμία και η δυνατότητα τήρησης των όρων της ρύθμισης, με υπογραφή για τον έλεγχο και την πιστοποίηση αυτών από ανεξάρτητο εκτιμητή (ορκωτοί ελεγκτές – λογιστές, λογιστές φοροτεχνικοί και κατέχοντες άδεια ασκήσεως δικηγορικού λειτουργήματος). Για συνολικές βασικές οφειλές που υπερβαίνουν το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ, πέραν της τήρησης των οριζόμενων στο προηγούμενο εδάφιο προϋποθέσεων, απαιτείται η πρόσθετη παροχή εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας για το σύνολο αυτών. Ανεξάρτητος εκτιμητής θα προσδιορίσει την αξία της προσφερόμενης διασφάλισης. Σύμφωνα με το άρθρο 118 του ν. 4537/2018 (ΦΕΚ 84 Α’/15-05-2018), αναστέλλεται για χρονικό διάστημα 2 ετών από τη δημοσίευση του ιδίου νόμου η ισχύς της υποπερίπτωσης γ’ της περίπτωσης 6 της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 (ΦΕΚ 107 Α’), όπως ισχύει, ως προς τις προϋποθέσεις πιστοποίησης από ανεξάρτητο εκτιμητή και παροχής εγγύησης ή διασφάλισης ή εμπράγματης ασφάλειας όπου αυτό απαιτείται. Η αναστολή καταλαμβάνει και τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις, ενώ με την επανέναρξη ισχύος των ανωτέρω διατάξεων (από 16/5/2020) η υποχρέωση προσκόμισης των ως άνω δικαιολογητικών και εγγυήσεων δεν καταλαμβάνει τις ήδη χορηγηθείσες ρυθμίσεις κατά τη διάρκεια της αναστολής. Εγγυήσεις, διασφαλίσεις ή εμπράγματες ασφάλειες που τυχόν έχουν παρασχεθεί κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων εξακολουθούν να ισχύουν. Με την υποβολή της αίτησης, ο οφειλέτης πρέπει να δηλώσει με υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 το σύνολο των περιουσιακών του στοιχείων (κινητή και ακίνητη περιουσία οποιασδήποτε μορφής), όπως το μηνιαίο εισόδημά του, επενδύσεις/συμμετοχές κάθε μορφής, τους αριθμούς των τραπεζικών του λογαριασμών (IBAN), μεταφορικά μέσα, τα ακίνητα επί των οποίων έχει εμπράγματο δικαίωμα, απαιτήσεις από τρίτους, καθώς και πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν οφειλές του σε ασφαλιστικά ταμεία ή άλλες υπηρεσίες του δημοσίου τομέα και άλλες πάγιες υποχρεώσεις προς τρίτους, εφόσον υφίστανται, το τρέχον και το αναμενόμενο εισόδημά του (π.χ. εκτίμηση για τυχόν έσοδα από μελλοντική εκμίσθωση ακινήτου, εμπορική συμφωνία κ.λπ.).
3.Οφειλές σε άνω της μιας Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου Οι οφειλές ρυθμίζονται ανά ΔΟΥ ή ελεγκτικό κέντρο, συνεπώς πρέπει να υποβάλετε αίτηση ρύθμισης σε καθεμία από αυτές μέσω της ηλεκτρονικής εφαρμογής. Στην αρχική οθόνη υπάρχει σχετικό πεδίο “Επιλογή ΔΟΥ οφειλής”, με δυνατότητα επιλογής της ΔΟΥ / ελεγκτικού κέντρου όπου υπάρχουν ανοιχτές οφειλές που μπορούν να υπαχθούν στη ρύθμιση.
4.Εισοδηματικά κριτήρια Τα κριτήρια που ισχύουν είναι τα εξής :
- Οι τακτικές οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν έως και σε 24 δόσεις χωρίς εισοδηματικά κριτήρια.
- Οι έκτακτες οφειλές μπορούν να ρυθμιστούν έως και σε 48 δόσεις ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος.
Συγκεκριμένα λαμβάνεται υπόψη :
-Ο μέσος όρος του συνολικού εισοδήματος (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) κατά τα τελευταία τρία φορολογικά έτη πριν από την αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση ή
-στο συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό ή τεκμαρτό) του αμέσως προηγούμενου φορολογικού έτους από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο.
Το συνολικό εισόδημα πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή ως εξής.
Για εισόδημα:
• από 0,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή 4%,
• από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή 6%,
• από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή 8%,
• από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή 10%,
• από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή 12%,
• από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή 15%,
• από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή 20%,
• πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή 25%.
5.Επιτόκιο ρύθμισης Η ρύθμιση είναι έντοκη και το επιτόκιο κυμαίνεται από 4,95% αν οι δόσεις δεν ξεπερνούν τις 12 και φτάνει ακόμη και στο 5,95% αν οι δόσεις φτάνουν έως τις 24. Δηλαδή, οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από δώδεκα μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο προσαυξάνεται κατά 1,5 εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Επί της ουσίας η ρύθμιση θα κοστίζει ακριβότερα για όσους αποφασίσουν να τακτοποιήσουν τις τακτικές οφειλές τους με το ανώτατο όριο των δόσεων που θα προβλέπει η ρύθμιση.
6.Ελάχιστο ποσό δόσης Η ελάχιστη μηνιαία δόση διαμορφώνεται στα 30 ευρώ.
7.Απώλεια ρύθμισης H ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής σύμφωνα με τα στοιχεία βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
– Δεν καταβάλει εμπρόθεσμα μία δόση της ρύθμισης πέραν της μίας φοράς.
– Δεν καταβάλει την τυχόν μία εκπρόθεσμη δόση της ρύθμισης με την αναλογούσα προσαύξηση αυτής (15%) μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας καταβολής της επόμενης δόσης.
– Δεν υποβάλλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης καταβολής των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή τους.
– Δεν είναι ενήμερος στις οφειλές του (ατομικές και οφειλές από συνυποχρέωση, συνυπευθυνότητα) από την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση και μετά (ανεξάρτητα από την υπηρεσία της φορολογικής διοίκησης στην οποία έχουν βεβαιωθεί).
– Έχει υποβάλει ανακριβή ή ελλιπή στοιχεία, προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση. Ως ελλιπής νοείται η μη υποβολή των απαραίτητων ή των τυχόν συμπληρωματικά αιτηθέντων στοιχείων ή πληροφοριών.
– Γενικώς, στην περίπτωση που διαπιστωθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης ότι δεν πληρούνται οι όροι των διατάξεων της υποπαραγράφου Α2 της παραγράφου Α του πρώτου άρθρου του ν. 4152/2013 και της απόφασης υφυπουργού Οικονομικών Α1010/2020 (ΦΕΚ 187 Β’), η ρύθμιση απόλλυται και ο οφειλέτης χάνει τα ευεργετήματα της ρύθμισης και καταπίπτουν οι προσφερθείσες
8.Δυνατότητα επανένταξης Στην περίπτωση που κάποιος οφειλέτης του Δημοσίου σταματήσει να πληρώνει τις δόσεις για την εξόφληση του χρέους (τακτικής ή έκτακτης οφειλής) για να μπορέσει να επανενταχθεί στη ρύθμιση θα πρέπει να πληρώσει διπλή προκαταβολή, θα αφαιρεθούν οι δόσεις που ήταν συνεπής, ενώ το επιτόκιο θα είναι προσαυξημένο κατά 1,5 μονάδα.
9.Επαγγελματικός τραπεζικός λογαριασμός Με την ένταξη των οφειλετών στη ρύθμιση, η Εφορία δεν προχωρά στην αναστολή δεσμεύσεων και κατασχέσεων που είτε έχουν επιβληθεί είτε θα επιβληθούν. Όπως προκύπτει από τη σχετική διάταξη, στις περιπτώσεις που πιστώνονται ποσά στους τραπεζικούς λογαριασμούς θα δεσμεύονται και θα κατάσχονται από τις φορολογικές αρχές προκειμένου να χρησιμοποιούνται για την αποπληρωμή του εκάστοτε ανεξόφλητου υπολοίπου των οφειλών που θα έχουν ενταχθεί στη νέα πάγια ρύθμιση.
10.Έκδοση φορολογικής ενημερότητας Η υπαγωγή στη νέα ρύθμιση δεν σημαίνει ότι οι οφειλέτες μπορούν να εκδίδουν αποδεικτικό ενημερότητας. Όπως τονίζεται, η φορολογική διοίκηση διατηρεί το δικαίωμα και μετά την υπαγωγή ενός οφειλέτη στην πάγια ρύθμιση να μην του χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού, εφόσον αυτός δεν έχει μεριμνήσει ώστε να διασφαλίζονται τα συμφέροντα του Δημοσίου. Δηλαδή ο οφειλέτης, για να εξασφαλίσει το αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας, το οποίο του είναι απαραίτητο για να πωλήσει ένα ακίνητό του, θα πρέπει να λάβει πρόσθετα μέτρα όπως, για παράδειγμα, να βάλει υποθήκη ένα ή περισσότερα ακίνητά του.